Κυνηγάει το σκάνδαλο τα μεγάλα φεστιβάλ ή, μήπως τα μεγάλα φεστιβάλ κυνηγούν το σκάνδαλο; Από τότε που ξεκίνησαν, φεστιβάλ όπως εκείνο των Κανών ή αυτό της Βενετίας, δείχνουν να επιζητούσαν το σκάνδαλο. Άλλοτε με διάφορες στάρλετ που εμφανίζονταν ημίγυμνες ή και γυμνές, άλλοτε με ταινίες-πρόκληση [φτάνει να αναφέρω την περίπτωση της ταινίας «Το μεγάλο φαγαπότι» του Φερέρι στις Κάνες]. Ετσι και φέτος, η Βενετία είχε τα, έστω και μικρά, σκάνδαλά της: με την προβολή [στο τμήμα «Μέρες των Δημιουργών] της ταινίας «Το βάρος» του Κορεάτη Τζέο Κίου-Χουάν, που με σκηνές νεκροφιλίας και άλλες άγγιξε τα όρια της πορνογραφίας, προκαλώντας μέρος του κοινού, ενώ, ακόμη και στο διαγωνιστικό τμήμα είχαμε τη σκηνή αυνανισμού της πρωταγωνίστριας με ένα σταυρό που παριστάνει τον Εσταυρωμένο στην ταινία «Παράδεισος: πίστη» του Ούλριχ Ζάιντελ.
Για να επανέλθουμε όμως στο κανονικό πρόγραμμα, μπορεί μέχρι στιγμής στο διαγωνιστικό τμήμα να προσελκύει το κοινό τα μεγάλα ονόματα του κινηματογράφου, το πραγματικό όμως ενδιαφέρον των πρώτων τουλάχιστο τριών ημερών της 69ης Μόστρας του κινηματογράφου, βρίσκεται στο ντοκιμαντέρ. Ετσι, ύστερα από το εξαιρετικό πορτρέτο του μουσικού Ενζο Αβιταμπιλε από τον Τζόναθαν Ντέμι και το ωραίο πορτρέτο του Μάικλ Τζάκσον στο «Bad25» του Σπάικ Λι, ακολούθησε χτες, εκτός συναγωνισμού, το εξαιρετικό πολιτικό ντοκιμαντέρ «Αδιαπέραστο» (El impenetrabile) που γύρισαν στην Παραγουάη οι Ιταλοί Ντανιέλε Ινκαλκατέρα και Φάουστα Κουατρίνι. Στις καλές ταινίες του σημερινού προγράμματος και η αμερικανική «The Master» του Πολ Τόμας Αντερσον, που προβλήθηκε στο διαγωνιστικό τμήμα της Μόστρας.
Στο «Αδιαπέραστο», ο Ντανιέλε Ινκαλτέρα [που είναι και συν-σκηνοθέτης της ταινίας] φτάνει στην Παραγουάη για ν’ αποφασίσει τι να κάνει τα 5.000 εκτάρια γης που ο πατέρας του άφησε κληρονομιά σ’ αυτόν και στον αδερφό του. Μόνο που για να φτάσει στο κτήμα, που ο πατέρας του αγόρασε στην περίοδο της δικτατορίας του Αλφρέντο Στρέσνερ, στην περιοχή του Τσάκο, το δεύτερο πιο σημαντικό δάσος της Λατινικής Αμερικής μετά τον Αμαζόνιο, χρειάζεται, όπως ανακαλύπτει, την άδεια ενός μεγαλοκτηματία, του πιο πλούσιου της χώρας, που έχει κλείσει από παντού την είσοδο στο κτήμα.
Στόχος του μεγαλοκτηματία είναι να καταστρέψει το δάσος, να εξοντώσει τους αυτόχθονες Ινδιάνους, για να εκμεταλλευτεί οικονομικά το χώρο. Στην προσπάθειά του να ξανα-αποκτήσει τη γη του και να σώσει ταυτόχρονα τη δασική περιοχή, ο Ινκαλτέρα έρχεται σε σύγκρουση με μιαν αποπνιχτική γραφειοκρατία, τη διαφθορά καθώς και τα μεγάλα ντόπια και ξένα κεφάλαια, που αδιαφορούν για το περιβάλλον και τη σωτηρία του πλανήτη και που μόνο στόχο τους έχουν το κέρδος.
Οι δυο σκηνοθέτες έφτιαξαν μια ταινία εξετάζει με λεπτομέρεια όλες τις πτυχές του προβλήματος σε μια προσπάθεια να ξεσκεπάσουν τη διαφθορά ενός συστήματος που αδιαφορεί για τοιν άνθρωπο και το μέλλον του.
Μια πολύ ωραία, εικαστικά έξοχη, αποδείκτηκε η ταινία Τhe Master του Πολ Τόμας Αντερσον (Magnolia, «Θα χυθεί αίμα»). Ο με ψυχικά τραύματα βετεράνος πεζοναύτης του β’ παγκόσμιου πολέμου πρωταγωνιστής της προσπαθεί, όταν αποστρατεύεται, να βρει την ισορροπία του μέσα από την κίνηση ενός χαρισματικού άντρα, αρχηγού μιας κίνησης που με τον τίτλο «Αιτία» προσπαθεί να προσφέρει στο άτομο την ηρεμία και την ειρήνη μέσα από ένα είδος ύπνωσης. Ουσιαστικά πρόκειται για μια ταινία πάνω στη σχέση ανάμεσα στους δυο άντρες, τον αρχηγό, ή αν θέλετε τον αφέντη (ο Master του τίτλου) και τον βασανισμένο ψυχικά βετεράνο – είδος «υπηρέτη».
Το θέμα θυμίζει τόσο το ντοκιμαντέρ Let There Be Light του Χιούστον [ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος] γύρω από τις μεθόδους ανάρρωσης των τραυματιών του πολέμου, όσο και «Τα καλύτερα χρόνια της ζωής μας» του Γουίλιαμ Γουάιλερ. Ο Αντερσον όμως επιμένει περισσότερο στη σχέση ανάμεσα στα δυο αυτά άτομα [σχέση με μια υποβόσκουσα ομοφυλοφιλία], που σκιαγραφεί με τρόπο θαυμάσιο, με σκηνές αναπτυγμένες θαυμάσια και με εικόνες έξοχα φωτογραφημένες, φέρνοντας στο νου ιδιαίτερα την ταινία του «Θα χυθεί αίμα».
Εκείνο όμως που πέτυχε πάνω από όλα, είναι να αποσπάσει εξαιρετικές ερμηνείες από τους δυο πρωταγωνιστές του, τον Φίλιπ Σίμουρ Χόφμαν, στο ρόλο του αρχηγού, που ανακαλύπτει κοινά σημεία με τον πρώην πεζοναύτη [«είμαστε κι οι δυο άγριοι», θα του πει σε μια στιγμή] και τον Γιοακίν Φίνιξ στο ρόλο του βασανισμένου πεζοναύτη [και οι δυο ερμηνείες που σίγουρα θα είναι στα φαβορί για τα βραβεία της Μόστρας].
Στη γαλλική ταινία «Αναζητώντας τον Ορτάνς» του Πασκάλ Μπονιτζέρ, ένας μεσήλικας καθηγητής Κινέζικου Πολιτισμού προσπαθεί να βοηθήσει μια Σέρβα μετανάστρια να μην απελαθεί από τη Γαλλία. Στην πορεία θα τον εγκαταλείψει η σκηνοθέτρια του θεάτρου γυναίκα του [όταν ερωτεύεται τον πρωταγωνιστή του έργου που ετοιμάζεται να ανεβάσει], θα προσπαθήσει να έρθει σε επαφή με τον αποξενωμένο πατέρα του και θα ερωτευτεί τη νεαρή Σέρβα. Ο Μπονιτζέρ δίνει ένα ελαφρό τόνο στην αφήγηση, που τη διανθίζει με χιούμορ και λεπτή ειρωνία, με τους ηθοποιούς του [ιδιαίτερα τον Ζαν-Πιερ Μπρακί και την Κριστίν Σκοτ Τόμας στους ρόλους του αντρόγυνου] να ερμηνεύουν τους ρόλους τους, με ζωντάνια και φινέτσα.
No comments:
Post a Comment