Μελαγχολία του Σεπτέμβρη...
.Οπως λέει και το παλιό τραγούδι του Πεπίνο ντι Κάπρι. Η πανέμορφη «MELANCHOLIA» κυριαρχεί απόλυτα αυτήν τη βδομάδα του Σεπτέμβρη και αποδεικνύεται πολύ λιγότερο αμφιλεγόμενη από τον καταπιεστικά προκλητικό δημιουργό της Λαρς φον Τρίερ που η δήλωσή του στις Κάννες ότι είναι ναζιστής - κάτι που κανείς δεν πίστεψε - πιθανόν του κόστισε ακριβά. Πολύ ενδιαφέρουσα επίσης η επανέκδοση της κωμωδίας του Χάουαρντ Χοκς «ΞΑΝΑΠΑΝΤΡΕΥΟΜΑΙ ΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ» από το 1940. Κατά τα άλλα:
«ΟΙ ΝΥΦΕΣ ΤΟΥ HINDUKUSH» είναι ένα ελληνικό ντοκιμαντέρ ογδόντα λεπτών της Αννέτας Παπαθανασίου, που αναφέρεται στις δυνατές και ελεύθερες γυναίκες της αρχαίας φυλής των Καλάσα που ζει στις κοιλάδες του ινδικού Καύκασου, στο Πακιστάν. Οι γυναίκες αυτές αντιστέκονται και προσπαθούν να διατηρήσουν τον ιδιαίτερο πολιτισμό τους μέσα σε αντίξοες συνθήκες. Η ταινία συμμετέχει στο Ντοκιμαντέρ 2011 στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Αμερικανικό αισθηματικό δράμα η ταινία «ΜΙΑ ΗΜΕΡΑ», παραγωγής 2011, σε σκηνοθεσία της Δανέζας Λόνε Σέρφιγκ και με πρωταγωνιστές την Αν Χάθαγουέι και τον Τζιμ Στέρτζες. Μεταφορά στη μεγάλη οθόνη του ομώνυμου μπεστ σέλερ του Ντέιβιντ Νίκολς από το 2009. Πρόκειται για μια παλιομοδίτικη, γλυκόπικρη ερωτική ιστορία που έχει να κάνει με τη φιλία και την οικογένεια, τη νοσταλγία και την απογοήτευση και τον τρόπο που οι ελπίδες και τα όνειρά μας δεν πραγματώνονται όπως ακριβώς εμείς θα θέλαμε...
Κάκιστη αμερικανική ταινία τρόμου η τρισδιάστατη «ΒΛΕΠΩ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΣΟΥ 5», σκηνοθετικό ντεμπούτο του Στίβεν Κουέιλ. Είναι η πέμπτη ταινία της σειράς, αλλά η δεύτερη που γυρίζεται σε τεχνολογία 3D, έτσι για πληρέστερη απόλαυση. Οι πρωταγωνιστές της κινηματογραφικής σειράς «ΒΛΕΠΩ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΣΟΥ» έχουν όλα αυτά τα χρόνια συναντήσει το Θάνατο με πολλούς και παράξενους τρόπους. Σε κάθε ταινία σκοτώνονται σαν τις μύγες τουλάχιστον καμιά δεκαριά, σε συγκρούσεις, αποκεφαλισμούς, μαχαιρωμένοι διαμελισμένοι, ξεκοιλιασμένοι, στραγγαλισμένοι ...και πάει λέγοντας η Βίβλος του πολιτισμού που διδάσκεται το νεαρό ως επί το πλείστον κοινό, ενώ το γηραιότερο απορεί και δεν καταλαβαίνει την έξαρση της βίας σε Νορβηγία π.χ. και αλλού. Πάντως, μην τυχόν το χάσετε, γιατί δε θα μάθετε τι εστί ανταγωνιστική τέχνη!!!
Εν κατακλείδι, τα γνωστά «ΣΤΡΟΥΜΦΑΚΙΑ» επανακάμπτουν, τρισδιάστατα και μεταγλωττισμένα στα ελληνικά, σε νέες περιπέτειες, το Μεσαίωνα τη φορά αυτή, σε ένα μαγεμένο δάσος, αντιμέτωπα με τον απαίσιο μάγιστρο Δρακουμέλ. Σκηνοθέτης στην αμερικανοβελγική αυτή φετινή συμπαραγωγή κινουμένων σχεδίων ο Ραζά Γκοσνέλ.
ΚΡΙΤΙΚΗ: Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ
ΛΑΡΣ ΦΟΝ ΤΡΙΕΡ
Melancholia
Αναμφισβήτητα , ο Λαρς φον Τρίερ με την «MELANCHOLIA» έφτιαξε ένα κινηματογραφικό έργο τέχνης, ό,τι πιο ενδιαφέρον κινηματογραφικά, εδώ και πολύ καιρό. Είναι επίσης αναμφισβήτητο το γεγονός ότι ο Δανός σκηνοθέτης, με την αναγνωρίσιμα προσωπική υπογραφή, κατόρθωσε να επιβάλει τον εαυτό του ως «σταρ» στον εμπορικό κινηματογράφο που θεωρεί βασιλιάδες τους κινηματογραφικούς αστέρες. Αυτοί είναι που πουλάνε και αυτούς θέλει να δει το κοινό... Αυτή καθαυτή η «MELANCHOLIA», ένα υβρίδιο - με εμφανείς χειρονομίες συμβολισμού - κοινωνικής σάτιρας και κινηματογραφικής ποίησης, είναι ένα κατόρθωμα, παρά το γεγονός ότι, τη φορά αυτή, είναι όντως δύσκολο να καταλάβει κανείς τι ακριβώς θέλει να πει ο ποιητής...Ο φον Τρίερ, όπως ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν, ό,τι κι αν κάνει, περιστρέφεται γύρω από τους δικούς του δαίμονες, τους αφόρητα βασανιστικούς, που μια ολόκληρη ζωή κουβαλά μέσα του και του ροκανίζουν αγιάτρευτα την ύπαρξη. Στο καθαρτήριο της τέχνης του κινηματογράφου ο φον Τρίερ καταφέρνει να μετουσιώσει τους δαίμονές του σε σχήματα και χρώματα και να κάνει σινεμά με «κάτι» και όχι για «κάτι», απ' όσο φαίνεται. Είναι δύσκολο να πεις για ποιο πράγμα μιλάει η τελευταία του ταινία... Χωρίς, σε καμία περίπτωση να θέλουμε να την υποτιμήσουμε, πρέπει να σημειώσουμε ότι από την «ΜELANCHOLIA» απουσιάζουν εκείνα τα προβοκατόρικα στοιχεία και ιδέες, η αναγνωρίσιμη εκείνη φλόγα και το πάθος που μετουσιώνεται σε αναγνώσιμη θέληση του δημιουργού για έντονες αντιπαραθέσεις επί περιεχομένου και μορφής της τέχνης του, κάτι που στο παρελθόν παρότρυνε ο προκλητικός σκηνοθέτης, συνιδρυτής του Δόγματος 95. Την έλλειψη αυτή ισοφαρίζει ο φον Τρίερ με τα επιτεύγματα σε οπτικό πεδίο. Η εκπάγλου κάλλους φωτογραφία του Μανουέλ Αλμπέρτο Κλάρο φωτίζει κυριολεκτικά και μεταφορικά την ταινία, σε όλη την πορεία της. Καταλυτική η πρώτη οπτική εντύπωση, συγκλονιστική! Ονειρικές εισαγωγικές εικόνες σε υπνωτιστική slow motion κίνηση που μοιάζουν να βγαίνουν από διαφορετικά, μεγάλα έργα κλασικής τέχνης, υπό τους ήχους της ατελείωτα πομπώδους βαγκνερικής ουβερτούρας από το «Τριστάνος και Ιζόλδη». Τα τελευταία τρομακτικά δευτερόλεπτα ζωής, προτού τα πάντα, παντού, σβήσουν. Οι εικόνες της εισαγωγής ενέχουν τέτοια ανυπέρβλητη δύναμη που φοβάσαι ακόμα και να ανασάνεις, μη τυχόν και χάσεις την παραμικρή κίνηση ή νεύμα. Παρακολουθείς μαγεμένος την ομορφιά της καλλιτεχνικής σύλληψης, μαγεμένος στην κυριολεξία!
Η ταινία κατά βάση είναι πολύ απλή, με αεικίνητη μηχανή και λίγα πρόσωπα. Ραχοκοκαλιά της, ο άγνωστος μέχρι πρότινος γαλάζιος πλανήτης «Μελαγχολία», που αποφάσισε να αφήσει τον κρυψώνα του πίσω από τον ήλιο και να μπει σε τροχιά σύγκρουσης με τη Γη. Η ταινία, πέρα από την εισαγωγή, δομείται σε δύο ισόχρονα κεφάλαια, καθένα φέρει το όνομα μιας εκ των δυο - τόσο διαφορετικών - αδελφών και διέπεται από διαφορετικό τόνο σε αφήγηση και συναισθήματα. Ο φον Τρίερ, για ακόμα μια φορά, εστιάζει στις γυναίκες, την Τζαστίν (Κίρστεν Ντανστ) και την Κλερ (Σαρλότ Γκενσμπούργκ) και παρακολουθεί την τραγική τους πορεία προς το αναπόφευκτο τέλος. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης περιγράφει την «MELANCHOLIA» ως «φιλμ για γυναίκες» ... Στην πραγματικότητα όμως η ταινία έχει να κάνει με τον ίδιο. Το alter ego του φον Τρίερ είναι η Τζαστίν, η οποία, ακριβώς όπως ο σκηνοθέτης, βασανίζεται από βαθιές κι επαναλαμβανόμενες κρίσεις κατάθλιψης, ένα πρόβλημα που οι συγγενείς της εκτιμούν ότι μπορεί να γιατρευτεί με έναν πανάκριβο, «ονειρεμένο» για την επικρατούσα μικροαστική λογική, γάμο.
Το πρώτο μέρος (που θυμίζει την ταινία «FESTEN» του Τόμας Βίντερμπεργκ) ξετυλίγει τη βραδιά του γάμου της Τζαστίν. Μέσα στο ειδυλλιακό περιβάλλον ενός πύργου, που διαθέτει γήπεδο γκολφ με 18 (μάλιστα!) τρύπες και με την απαρέγκλιτη τήρηση όλων των κλισέ του τελετουργικού, παράσταση θεατρική με θεατές τους καλεσμένους, άλλοι ενοχλητικοί κι άλλοι ανυπόφοροι, όλοι τους όμως εκκωφαντικά περιχαρακωμένοι είτε στον ατομικισμό τους είτε στα επιχειρησιακά τους κερδοφόρα σχέδια. Ο μεγαλοαστικών προδιαγραφών γάμος, που απεικονίζεται με παρεμβατικό ρεαλισμό, σουρεαλιστική κλειστοφοβία και κάμερα «αλά Δόγμα», μετατρέπεται σε εφιάλτη. Το νιόπαντρο ζευγάρι που αρχικά μοιάζει ερωτευμένο μέχρι τα μπούνια, με το βάθεμα της νύχτας απομακρύνεται και αποξενώνεται ο ένας από τον άλλον. Η άβυσσος αυτή ανάμεσα στους ανθρώπους είναι δυνατόν να επιφέρει την καταστροφή του κόσμου; Ο φον Τρίερ απαντά καταφατικά, με τα λόγια της Τζαστίν, που είναι ο ρόλος ο πλασμένος κατ' εικόνα και ομοίωση του δημιουργού του: «Η Γη είναι κακή και να καταστραφεί δεν θα λείψει σε κανέναν».
Το δεύτερο κομμάτι της ταινίας εστιάζει στην καταστροφή, που στέκεται σε απόσταση βολής από την ανθρωπότητα, με τον τεράστιο πλανήτη «Melancholia» να βρίσκεται σε μη αναστρέψιμη τροχιά σύγκρουσης με τη Γη. Ο φον Τρίερ υφαίνει εξαιρετικά αυτήν τη δυνητικά «ανόητη» θεματική επιστημονικής φαντασίας στην αφήγησή του, που εδώ εστιάζει στις δύο αδελφές και τον διαφορετικό τρόπο που καθεμιά τους προσεγγίζει την επερχόμενη μέρα της κρίσης. Βέβαια, είναι δύσκολο να μην ερμηνεύσει κανείς τις δυο συμπεριφορές σαν τις δυο πλευρές μιας κλινικής κατάθλιψης που μέσα της χωράει και η βαθιά μελαγχολία και ένας φόβος για το θάνατο που φέρνει τρέλα...
Οι τρεις πρωταγωνίστριες μεγαλουργούν αναδυόμενες από τις εικόνες άπειρης ομορφιάς που σου κόβεται η ανάσα, εικαστικές συνθέσεις που παραπέμπουν στο γερμανικό ρομαντισμό και το στιλ της φλαμανδικής σχολής. Η Κίρστεν Ντάνστ, η Σαρλότ Γκενσμπούργκ και η Σάρλοτ Ράμπλινγκ στους βασικούς ρόλους στηρίζονται απόλυτα από τη σωστή ερμηνεία όλων των υπολοίπων ...
Είναι δύσκολο να περιγράψεις την «MELANCHOLIA». Μπορεί να την δεις και σαν σπουδή στη διανοητική κατάσταση της μελαγχολίας, κι αν θέλετε στην πιο σκοτεινή της έκφραση. Πρόκειται για «φριχτά» όμορφη ταινία, όμορφη με εκείνον τον τρόπο που μόνο τα αυθεντικά μελαγχολικά πράγματα ξέρουν να είναι! Εδώ δε συμβαίνουν πολλά πέρα από την περιγραφή μιας κατάστασης που οδηγεί στην απουσία κίνησης... Το ένστικτο του φον Τρίερ οδηγεί σωστά την αίσθηση που τον διακρίνει για τις λεπτομέρειες και τους υποδόριους τόνους μιας ατμόσφαιρας καταθλιπτικά ήρεμης και σοφιστικέ. Κι ενώ, πάνω κάτω, διαβλέπουμε το τέλος της, η ταινία δεν παύει ούτε στιγμή να μας κυριεύει με την ακατάπαυστα συναρπαστική της σαγήνη. Ταινία μοναδική. Λίγο μονότονη (;)...ίσως ...αλλά: Μοναδική!
Παίζουν: Σαρλότ Ράμπλινγκ, Κίρστεν Ντανστ, Σαρλότ Γκενσμπούργκ, Κίφερ Σάδερλαντ, Ούντο Κίερ, Αλεξάντερ Σκάρσγκορντ, Στέλαν Σκάρσγκορντ κ.ά.Παραγωγή: Δανία, Σουηδία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία (2011).
ΧΑΟΥΑΡΝΤ ΧΟΚΣ
Ξαναπαντρεύομαι τη γυναίκα μου
Ο Χάουαρντ Χοκς υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του Χόλιγουντ που ασχολήθηκε με το είδος της κωμωδίας «screwball», τυπικό δείγμα της οποίας συνιστά η, σε επανέκδοση, ταινία του «ΞΑΝΑΠΑΝΤΡΕΥΟΜΑΙ ΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ» από το 1940. Πρόκειται για ριμέικ της ταινίας του 1931 «THE FRONT PAGE» του Lewis Milestone που, με τη σειρά της, είναι μεταφορά στον κινηματογράφο του ομώνυμου θεατρικού έργου των Ben Hecht και Charles MacArthur. Η «εκκεντρική κωμωδία» που αναφέραμε παραπάνω είναι το είδος που χαρακτηρίζεται από καταιγιστικά ευφυείς διαλόγους, φρενήρεις ρυθμούς και κάποια στοιχεία οπτικού μπουρλέσκ, συστατικό με ρίζες στο βωβό κινηματογράφο και το «slap stick». Η ίντριγκα συνήθως εστιάζει σε κάποιο ζευγάρι που βρίσκεται σε αλλόκοτα δύσκολη θέση, όπως αυτό της ταινίας...Πρωταγωνιστικό ζευγάρι ο Κάρι Γκραντ και η Ρόζαλιντ Ράσελ, στους ρόλους δύο ερωτευμένων, που μολονότι τους «χωρίζει» ο πόλεμος, τους ενώνει ταυτόχρονα το ίδιο πάθος για τη δημοσιογραφία. Ο Γκραντ, με έμφυτη φινέτσα και αβίαστο κωμικό ταλέντο, χτίζει αριστοτεχνικά το προφίλ ενός ύπουλου και πανούργου εκδότη που τίποτα δεν είναι ικανό να τον αναχαιτίσει στον αγώνα που δίνει να ξανακερδίσει την αγαπημένη του. Η σπιρτόζα Ράσελ πλάθει με μπρίο το πορτρέτο της χειραφετημένης και δυναμικής επαγγελματία δημοσιογράφου. Και η προσωπικο-επαγγελματική τους αυτή σύγκρουση συμβάλλει καθοριστικά στη διεύρυνση και ολοκλήρωση των χαρακτήρων τους.
Η αφήγηση και το οπτικό ύφος της ταινίας κλασικό, άμεσο, φυσικό και ρεαλιστικό προτάσσει μια αυθεντική ατμόσφαιρα τόσο δημοσιογραφικής, όσο και ερωτικής υπόθεσης που κοχλάζει, μια που όλα γίνονται με ταχύτητα και ένταση φωτός. Πρόκειται για ένα πραγματικό διαμάντι του κλασικού Χόλιγουντ, υπόδειγμα σχεδόν για πλήθος ταινιών, με δημοσιογραφικά θέματα, όπου ο πόλεμος των ανταγωνιστών μετουσιώνεται σε πόλεμο των δύο φύλων με τρόπαια το «scoop» αφ' ενός και τον έρωτα αφ' ετέρου.
Ο Χοκς πραγματεύεται τυπικά αμερικανική θεματολογία, τον ενδιαφέρει η κατασκευή σκληρών, λειτουργικών αφηγήσεων που ενσωματώνουν την προσωπική του ηθική του επαγγελματία, το ήρεμο θάρρος και τον αυτοσεβασμό. Το όραμά του για τον κόσμο είναι κατά βάση κωμικό και έχει βαθύτερες ρίζες σε μια ουσιαστική ανθρωπιά που σπάνια συναντάται στις ταινίες άλλων σκηνοθετών. Ανθρωπιά που επιτρέπει στους χαρακτήρες να θριαμβεύουν τελικά πάνω στο απάνθρωπο περιβάλλον, μέσα στο οποίο ζουν. Ενα μέρος της κωμικής αίσθησης του Χοκς απορρέει από την ευχέρεια που διαθέτει ως προς το να αντιστρέφει καταστάσεις και να δημιουργεί χαρακτήρες με αυθεντική ελαστικότητα, ανθεκτικότητα, αλλά κυρίως συνοχή που είναι προϊόν του γεγονότος ότι οι χαρακτήρες αυτοί γνωρίζουν πολύ καλά ποιοι είναι... Η επιβίωσή τους, επίσης, εξαρτάται σε μέγιστο βαθμό από το ότι γνωρίζουν καλά το φυσικό κόσμο που τους περιβάλλει, από το ότι έχουν συναίσθηση της θέσης τους και κατ' επέκταση ξέρουν πώς να προσαρμόζονται στην κάθε κατάσταση. Η προσαρμοστικότητά τους αυτή τους επιτρέπει να χρησιμοποιούν οτιδήποτε διαθέτουν ώστε να κυριαρχούν στον κόσμο τους.
Παίζουν: Κάρι Γκραντ, Ρόζαλιντ Ράσελ, Ραλφ Μπέλαμι, Τζιν Λόκχαρτ, Πόρτερ Χολ, Κλιφ Εντουαρντς κ.ά.Παραγωγή: ΗΠΑ (1940).
No comments:
Post a Comment