Tuesday, January 4, 2011

Ο Κλιντ Ιστγουντ μας οδηγεί στον άλλο κόσμο

Στη νέα ταινία του ο κορυφαίος αμερικανός σκηνοθέτης καταπιάνεται με τη μετά θάνατον ζωή, θέμα που πάντα τον γοήτευε

ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ | Τετάρτη 5 Ιανουαρίου 2011 
Εχω ήδη αναφερθεί αρκετά στην τελευταία, σπουδαία και αυτή, ταινία του Κλιντ Ιστγουντ. Πιασάρικο το θέμα του «Η ζωή μετά» («Ηereafter», ΗΠΑ, 2010), η «μετά θάνατον ζωή», το άγνωστο του «άλλου κόσμου», που πάντοτε τον γοήτευε. Η ταινία κινείται σε τρεις πόλους, με ισάριθμες διαφορετικές ιστορίες. Τρεις άνθρωποι στοιχειωμένοι από τον θάνατο. Στο Σαν Φρανσίσκο ένα πρώην μέντιουμ (Ματ Ντέιμον) προσπαθεί να απαλλαγεί από το «χάρισμα» του να αντιλαμβάνεται τι έχει συμβεί στη ζωή αυτού που αγγίζει. Με την αφή νιώθει την τραγωδία και «επικοινωνεί» με τα φαντάσματα. «Ορισμένες φορές δεν είναι καλό να ξέρεις τα πάντα για τον άλλον» μονολογεί. Και έχει δίκιο. Στο Παρίσι μια γαλλίδα δημοσιογράφος (Σεσίλ ντε Φρανς) προσπαθεί να συνέλθει από την εμπειρία του θανάτου την οποία έζησε κατά τη διάρκεια ενός τσουνάμι στην Ινδονησία. Και στο Λονδίνο ένα αγόρι (Φράνκι Μακ Λάρεν) δεν μπορεί να χωνέψει τον θάνατο του δίδυμου αδελφού του και αναζητεί απεγνωσμένα απαντήσεις.

Η σκηνοθετική μαγεία (και σοφία) του Κλιντ Ιστγουντ φαίνεται στον τρόπο με τον οποίο συνδέει το απολύτως ρεαλιστικό με το απολύτως μεταφυσικό. Η σκηνή του τσουνάμι αλλά και του τροχαίου δυστυχήματος είναι τόσο ρεαλιστικά γυρισμένες που τρομάζεις από την αμεσότητά τους. Οταν όμως το μέντιουμ αγγίζει κάποιον για να επικοινωνήσει με τον άλλο κόσμο, η επεξεργασία της σκηνής γίνεται με τέτοια φυσικότητα, με τέτοια απλότητα και ακρίβεια στην περιγραφή, ώστε να πιστεύεις τα απίστευτα. Με την τρομερή σκηνοθετική ηρεμία του ο Ιστγουντ δίνει ανάσες στη νεκρώσιμη ατμόσφαιρα της ταινίας και τελικά αυτή η ηρεμία λειτουργεί σχεδόν θεραπευτικά.

Πού καταλήγει όλο αυτό; Απλό: στην αγάπη. Η αγάπη σε όλες τις μορφές της είναι η μόνη λύτρωση. Οι λύσεις βρίσκονται ανάμεσα σε εμάς τους ζωντανούς και όχι στους «άλλους». Ο Ιστγουντ προασπίζεται αυτή την άποψη με αληθινή πίστη την ώρα που αερίζει το δράμα με σκιές από χιούμορ, κυρίως σε ό,τι αφορά τους τσαρλατάνους μέντιουμ που εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο για το κέρδος.
  • Αυτοκαταστροφικός ρόκερ
Η ζωή του μουσικού Ιαν Ντιούρι ανέκαθεν μου προκαλούσε την περιέργεια. Το βιογραφικό έργο του Ματ Γουάιτκρος «Sex and drugs and rock ΄n΄ roll», που ακολουθεί την πορεία του με σίγουρα βήματα, μας φέρνει μπροστά σε μια σχεδόν αυτοκαταστροφική προσωπικότητα που έδωσε μάχη εναντίον της πολιομυελίτιδας, που φέρθηκε με τον χειρότερο τρόπο ως πατέρας (και άκαρδα ως σύζυγος) και που έδινε την ψυχή του για τη μουσική. Χάρη στην ερμηνεία του Αντι Σέρκις η ταινία μπορεί να καθηλώσει ακόμη και όσους δεν ενδιαφέρονται για τον Ντιούρι.
  • ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ
* Χαριτωμένη η ταινία κινουμένων σχεδίων των Νέιθαν Γκρένο και Μπάιρον Χάουαρντ «Μαλλιά κουβάρια» («Τangled», ΗΠΑ, 2010) με την οποία η θρυλική εταιρεία Ντίσνεϊ γιορτάζει την 50ή παρουσία της στις μεγάλου μήκους ταινίες. Παραμύθι με τα όλα του, αλλά και παιδικό ως το... κόκαλο, το φιλμ έχει ως κεντρική ηρωίδα τη διάσημη στα παιδιά Ραπουνζέλ, μια όμορφη, δυναμική και πανέξυπνη νεαρή πριγκίπισσα με χρυσαφένια μαλλιά μήκους 21 μέτρων. Θα τη λατρέψουν τα παιδιά, θα βαρεθούν οι μεγάλοι.

* Με το «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα» ο Ομηρος Ευστρατιάδης επανέρχεται στη δική του κωμωδία, ένα καμάρι των trash 80s. Η εταιρεία διανομής της δεν θέλησε να την παρουσιάσει στους δημοσιογράφους. Οι λόγοι ευνόητοι.
  • Τα σουηδικά βαμπίρ έμαθαν αγγλικά
Ηταν τόσο μεγάλη η αίσθηση που προκάλεσε πριν από μερικά χρόνια το σουηδικό θρίλερ του Τόμας Αλφρεντσον «Ασε το κακό να μπει», που το Χόλιγουντ το «τσίμπησε» αμέσως για ένα αγγλόφωνο ριμέικ. Πέρα από κάποιες διακριτικές «παρεμβάσεις», όπως η προσθήκη ενός αστυνομικού (Ελίας Κοτέας), το νέο φιλμ- έχει τον ίδιο τίτλο στα ελληνικά («Let me in» στα αγγλικά)- ακολουθεί κατά γράμμα το παλαιό: αυτό που βλέπουμε είναι μια νοσηρή ερωτική ιστορία ανάμεσα σε ένα κορίτσι-βαμπίρ (Κλόε Μόρετζ) και ένα μοναχικό αγόρι (Κόντι Σμιτ Μακ Φι) που δεν μπορεί να επικοινωνήσει με κανέναν πλην του κοριτσιού. Το φόντο είναι το παγωμένο Λος Αλαμος, ενώ ένα πρόσωπο που επίσης παίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας είναι ο πατέρας του κοριτσιού (ο εξαιρετικός ρολίστας Ρίτσαρντ Τζένκινς), ο οποίος αναζητεί αίμα για την κόρη του, αφοσιωμένος πιστά στο εφιαλτικό αλλά αναγκαίο καθήκον. Ενα από τα στοιχεία που είχαν βοηθήσει το πρωτότυπο «Ασε το κακό να μπει» να ξεχωρίσει ήταν ότι έμοιαζε με καλλιτεχνική απάντηση στον θόρυβο της σειράς του «Λυκόφωτος». Το αμερικανικό ριμέικ, από την άλλη, το μόνο που κάνει είναι να αντιγράφει πολύ καλά το πρωτότυπο.
  • Ολόγυμνοι σε κομεντί... μελό
Αρκετά χρόνια μετά το «Μυστικό του Βrokeback Μountain», ο Τζέικ Τζίλενχααλ και η Αν Χάθαγουεϊ και πάλι μαζί στην οθόνη, σχεδόν ολόγυμνοι αυτή τη φορά. Και βέβαια αυτό είναι το μεγάλο... χάρισμα της ταινίας «Αγάπη σαν ναρκωτικό» («Love and other drugs», ΗΠΑ, 2010) του Εντουαρντ Ζουίκ. Για φαντάσου δηλαδή... Ο Τζέικ είναι ένας γοητευτικός πλακατζής που δεν μπορεί να στεριώσει σε δουλειά επειδή σκέφτεται διαρκώς με το κάτω κεφάλι. Η Αν είναι ελεύθερο πνεύμα, αλλά πλάσμα εξίσου σεξουαλικό και αχόρταγο. Η σχέση τους ανθεί στον χώρο των φαρμακευτικών προϊόντων.

Η ταινία ακολουθεί κατά γράμμα τη συνταγή της τυπικής αμερικανικής κομεντί (με μια δραματική πινελιά που τη μετατρέπει σε δακρύβρεχτο μελό), αλλά υποτίθεται ότι ξεφεύγει κάπως από τα συνηθισμένα με το να δείχνει λίγη γυμνή σάρκα παραπάνω. Καθόλου άσχημη ιδέα, αλλά μην το κάνουμε και θέμα. Το λέω επειδή βρήκα υπερβολική (το μίνιμουμ) την παρουσία του «Αγάπη σαν ναρκωτικό» στις υποψηφιότητες των Χρυσών Σφαιρών, όπου διεκδικεί τα βραβεία καλύτερου και καλύτερης ηθοποιού σε κωμωδία ή μιούζικαλ.

No comments: