Αντίθετα, ο «δεξιός κύκλος» απευθύνεται σε αυτό που ονομάζουμε πλατύ κοινό, στο κοινό που είθισται να αντιμετωπίζει τις «διορθώσεις» με τον όρο «κουλτουριάρικο» - από τους πιο καταδικαστικούς επιθετικούς προσδιορισμούς στη συγκεκριμένη συγκυρία. Ως εκ τούτου, οι «δεξιές» ταινίες, σε γενικές γραμμές, παρουσιάζουν περιορισμένες τάσεις στα ενέσιμα νατουραλιστικά στοιχεία σε παραδοσιακές ιστορίες, αστυνομικές ή ιστορίες εκδίκησης. Σε επίπεδο μορφής και φόρμας οι ταινίες αυτές αποφεύγουν, σχεδόν ολοκληρωτικά, τις επινοήσεις του γαλλικού Νέου Κύματος και προτιμούν να βελτιώνουν και να αναπτύσσουν τις συμβάσεις του κλασικού Χόλιγουντ. Οπως έκανε ο «ΠΟΛΙΤΗΣ ΚΕΪΝ», έτσι και «Ο ΤΑΞΙΤΖΗΣ» του Σκορτσέζε οριοθέτησε τις προκλήσεις που είχε να αντιμετωπίσει στα χολιγουντιανά υποδείγματα τόσο στο πεδίο της φόρμας όσο και της θεματικής. Οπως ο «ΠΟΛΙΤΗΣ ΚΕΪΝ» επίσης, διατήρησε την προσβασιμότητα της ταινίας και περιέκλεισε τις όποιες αναθεωρήσεις της, στα πλαίσια ενός δημοφιλούς κινηματογραφικού είδους και ενός αποδεκτού κινηματογραφικού στιλ. Ετσι, η ταινία επιφανειακά μοιάζει να «χωρά» άνετα, στον όρο «γουέστερν του δρόμου».
Στο «Ο ΤΑΞΙΤΖΗΣ», οι δανεισμοί από το γαλλικό Νέο Κύμα, δεν έγιναν ποτέ απλά διακοσμητικοί ή εντελώς αυθαίρετοι από τις απαιτήσεις της αφήγησης. Ο Σκορτσέζε μετατρέπει τα «ξένα» στιλιστικά στοιχεία σε, λειτουργικά αφηγηματικά τέτοια και ενσωματώνει τις «ρήξεις» στην αφήγηση, έτσι αυτές γίνονται «αόρατες». Δηλαδή, μετατρέποντας σε λειτουργικές, τις στιλιστικές του επιλογές, ο Σκορτσέζε μπορεί να συνεχίσει να κινείται σε ένα πλατύ κοινό που, όμως, όλα αυτά δεν τα αντιλαμβάνεται σαν επί τούτου «κουλτουριάρικα», δεδομένου ότι τα αφηγηματικά κίνητρα έχουν όντως μετατρέψει τις στιλιστικές αυτές στρατηγικές, σε αόρατες. Με άλλα λόγια, «Ο ΤΑΞΙΤΖΗΣ» συμμορφώθηκε προς τη θεμελιώδη υπόθεση εργασίας του αμερικανικού σινεμά που ισχυρίζεται ότι το στιλ πρέπει να υπηρετεί την αφήγηση. Η ταινία, επίσης, αυτοδιαφημίστηκε σαφέστατα ως ένα νέο κινηματογραφικό είδος. Ετσι η ταινία, έχοντας αποφύγει να «τρομοκρατήσει» τις πλατιές μάζες, μπορούσε ακολούθως να επιτεθεί στον αειθαλή για το αμερικάνικο κοινό μύθο που άπτεται της πεποίθησης ότι το στιλ γουέστερν, οι ατομικές λύσεις σε σύγχρονα, σύνθετα προβλήματα μπορεί να συνεχίσει να εφαρμόζεται...
Η βασική ιστορία στο «Ο ΤΑΞΙΤΖΗΣ» ακολουθεί την πεποίθηση στη συνταγή του κλασικού γουέστερν: ένα άτομο που παρά τη θέλησή του βρίσκεται αντιμέτωπο με το κακό, ενεργεί μόνο του, για να απαλλάξει την κοινωνία από τους κακούς! Η ιστορία στην ταινία θέλει τον ήρωα με παρελθόν τυπικό, για κάποιον που στοχεύει και πατά την σκανδάλη... Ο ήρωας μυστηριώδης, με υπαινικτικά στοιχεία βίας και οικειότητα με τα όπλα. Ο Τράβις Μπικλ υπήρξε πεζοναύτης, το σενάριο τον θέλει να έχει υπηρετήσει στο Βιετνάμ. Οπως όλοι οι εκτός νόμου ήρωες, έτσι και ο Τράβις αναγνωρίζει πάραυτα τα προβλήματα στον καινούργιο του χώρο αλλά παραμένει - σαν τον κοινότυπο ήρωα των γουέστερν - απρόθυμος να εμπλακεί. Στη διάρκεια μιας κούρσας που διασχίζει τη Νέα Υόρκη, ο Τράβις περιγράφει με voice - over αυτά που είδε, αυτά που «εκσυγχρονίζουν» το απόθεμα των στοιχείων του γουέστερν και αναρωτιέται «Τι είδους πόλη είναι αυτή;» Και σύμφωνα με το μοντέλο της δεξιάς «διόρθωσης» η δράση για την κάθαρση μπορεί έρθει μόνο από τον ατομικό ήρωα. Ο Τράβις εφοδιάζεται με όπλα από την μαύρη αγορά και αρχίζει να ασκείται κοιτάζοντας το είδωλό του στον καθρέφτη... Ακόμα και η προσπάθειά του να συνδεθεί με μια γυναίκα καταρρέει στα πλαίσια ενός πρότυπου για το «ασυμβίβαστο».
Ο Σκορτσέζε δομεί την ταινία στη βάση επιδέξιων αντιπαραθέσεων που όμως ενθαρρύνουν το κοινό να δει τον μοναχικό Τράβις σαν τον μοναδικό τίμιο και αυθεντικό χαρακτήρα, που ο ηρωισμός του, προέκυψε κατά τύχη... Αυτός ο εμφανέστατα ρηχός και αντιεπιστημονικός λαϊκισμός από πλευράς σεναρίου, προτρέπει το πλατύ κοινό - ειδικά το σημερινό - να δει τον Τράβις σαν την πραγματική ηθική δύναμη της ταινίας. Βέβαια, σαν αντιστάθμισμα υπάρχει πληθώρα υπαινιγμών για την αστάθεια του Τράβις, υπαινιγμοί που αποδίδονται με μορφικές ρήξης στο αόρατο στιλ, με υποκειμενικά πλάνα με στροβιλιζόμενες σκηνές δρόμου και βαθιά χρώματα που συνοδεύονται από μουσική που προκαλεί αναστάτωση και σε στιγμές φθάνει σε σημείο ελαφράς ταχυκαρδίας...
Οι διφορούμενες «διορθώσεις» της ταινίας μπορούν να οδηγήσουν και σε διφορούμενες αναγνώσεις. «Ο ΤΑΞΙΤΖΗΣ» αντιπροσωπεύοντας τη μοντέρνα εκδοχή του πιο θεμελιώδους μύθου της αμερικάνικης κουλτούρας αυτού που ο Richard Slotkin περιγράφει σαν το μύθο της αναγέννησης μέσα από τη βία, απορρίπτει το μύθο σαν αδύνατον να εφαρμοστεί στις σύγχρονες κοινωνίες και τα σύνθετα προβλήματα που τις μαστίζουν. Γιατί ο μύθος αυτός, ο πρώτος συνεπής στην Αμερική και για αμερικανικά ακροατήρια πηγάζει μέσα από ιστορίες που κάποτε λειτουργούσαν σαν έκκληση στους πιονιέρους του Νέου Κόσμου και τις αμφίθυμες ευθύνες τους, ιδιαίτερα στη σκοτεινή πλευρά των πουριτανών. Που αντιλαμβάνονταν τη Γη της Επαγγελίας σαν πλουσιοπάροχο κήπο αλλά ταυτόχρονα και σαν τρομαχτική, εχθρική αγριότητα. «Ο ΤΑΞΙΤΖΗΣ» κατά κάποιον τρόπο λειτουργεί αλληγορικά και ως προς τα αμερικανικά βιώματα στο Βιετνάμ, ενώ δυστυχώς εξισώνει την παρόρμηση με την επαγρύπνηση...
Παίζουν: Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Τζούντι Φόστερ, Σίμπιλ Σέπερντ, Χάρβει Καϊτέλ, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ (1976).
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 5/7/2012
No comments:
Post a Comment