Ο Μάικλ Τσιμίνο [Michael Cimino, 3 Φεβρουαρίου 1939 – 2 Ιουλίου 2016] ήταν Αμερικανός σκηνοθέτης, παραγωγός και συγγραφέας, βραβευμένος με Όσκαρ Σκηνοθεσίας για την ταινία του 1978 Ο Ελαφοκυνηγός (The Deer Hunter). Ο σκηνοθέτης δίχασε την κοινη γνώμη την περίοδο της κυκλοφορίας της ταινίας Ο Ελαφοκυνηγός για τον τρόπο με τον οποίο απεικόνισε τα βασανιστήρια που υπέστη μια ομάδα Αμερικανών στρατιωτών, σε βιετναμέζικο στρατόπεδο.
Ο Τσιμίνο γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη από μια οικογένεια Ιταλών μεταναστών. Από μικρός αγαπούσε την τέχνη κι αφιέρωνε το χρόνο του στη μελέτη της γλυπτικής, της αρχιτεκτονικής, της μουσικής και της λογοτεχνίας. Το 1962 εισάγεται στο πανεπιστήμιο Γέιλ για να σπουδάσει γλυπτική και ταυτόχρονα άρχισε να δημιουργεί για λογαριασμό της τηλεόρασης ντοκιμαντέρ και διαφημιστικά σποτ. Έπειτα παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής στο Actor’s Studio.
Το 1971 ο σκηνοθέτης μεταφέρθηκε στο Λος Άντζελες, όπου άρχισε να γράφει σενάρια για ταινίες. Έγραψε τα σενάρια για ταινίες όπως το δράμα επιστημονικής φαντασίας Περιπέτεια στο Διάστημα (Silent Running) και τη δεύτερη ταινία της σειράς με τον Κλιντ Ίστγουντ Ο Βρώμικος Χάρι με τίτλο Ένα Μάγκνουμ 44 για τον Επιθεωρητή Κάλαχαν (Magnum Force, 1973). Οι συγγραφικές ικανότητες του Τσιμίνο εντυπωσίασαν τον Ίστγουντ, ο οποίος αποφάσισε να αγοράσει ένα σενάριο με τίτλο Thunderbolt and Lightfoot που είχε γράψει ο νεαρός σεναριογράφος για λογαριασμό της εταιρίας παραγωγής του Malpaso. Στη συνέχεια ο Τσιμίνο κλήθηκε να σκηνοθετήσει τον Ίστγουντ και τον νεαρό Τζεφ Μπρίτζες στο έργο που είχε γράψει ο ίδιος κι αφορούσε τα σχέδια δυο φίλων, ενός πρώην στρατιώτη του πολέμου της Κορέας με το παρατσούκλι Thunderbold (Ίστγουντ) κι ενός μικροαπατεώνα με το παρατσούκλι Lightfoot (Μπρίτζες), οι οποίοι επιχειρούν να ληστέψουν μια τράπεζα στη Μοντάνα. Ο Ίστγουντ ήθελε αρχικά να σκηνοθετήσει ο ίδιος την ταινία, αλλά ο ενθουσιασμός του Τσιμίνο τον έπεισε να τον αφήσει να αναλάβει εκείνος τη σκηνοθεσία. Η ταινία κυκλοφόρησε με τίτλο Η Μεγάλη Ληστεία της Μοντάνα (Thunderbold and Lightfoot, 1974), έκανε τεράστια επιτυχία κάνοντας εισπράξεις 25.000.000 δολαρίων με προϋπολογισμό μόλις 4 εκατομμυρίων. Μετά την επιτυχία της ταινίας ο Τσιμίνο έλαβε πολλές προσφορές για τη δημιουργία ταινιών, αλλά δίσταζε να κάνει το δεύτερο βήμα, καθώς ήθελε να βρει το κατάλληλο σενάριο. Επόμενή του ταινία ήταν Ο Ελαφοκυνηγός (The Deer Hunter) που παραμένει μέχρι και σήμερα η μεγαλύτερη επιτυχία του σκηνοθέτη, ο οποίος πέρα από τη σκηνοθεσία, ανέλαβε τη συγγραφή μέρους του σεναρίου και την παραγωγή. Η ταινία βγήκε εκτός προϋπολογισμού, αλλά απέφερε στην εταιρία EMI τεράστια κέρδη και την εύνοια των κριτικών. Παρά τις αντιδράσεις που έλαβε ο σκηνοθέτης για τον τρόπο με τον οποίο απεικόνιζε τους Ασιάτες, η ταινία κέρδισε 5 βραβεία όσκαρ, μεταξύ των οποίων: Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας και Όσκαρ Σκηνοθεσίας. Το επόμενο εγχείρημα του σκηνοθέτη όμως θεωρείται ως μια από τις μεγαλύτερες αποτυχίες στην ιστορία του κινηματογράφου. Η εταιρία United Artists του έδωσε πλήρη ελευθερία για να γυρίσει την ταινία την επική υπερπαραγωγή Η Πύλη της Δύσεως (Heaven’s Gate) αλλά ο σκηνοθέτης ξεπέρασε πολλές φορές τον προϋπολογισμό. Όταν κυκλοφόρησε η ταινία δεν είχε ούτε την αναμενόμενη επιτυχία, αλλά ούτε και τη στήριξη των κριτικών. Το αποτέλεσμα ήταν η χρεωκοπία της εταιρίας United Artists. Οι επόμενες ταινίες του σκηνοθέτη θεωρήθηκαν η μια πιο αποτυχημένη από την άλλη και τα θέματα τα οποία πραγματευόταν ήταν πάντοτε αμφιλεγόμενα. Επόμενη ταινία μετά την Πύλη της Δύσεως ήταν Η Χρονιά του Δράκου (Year of the Dragon) που σχολιάστηκε αρνητικά για μια ακόμη φορά για τον τρόπο με τον οποίο απεικονίζει τους Ασιάτες.
No comments:
Post a Comment