Πόλεμος τραπεζών με έπαθλο το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο (Τ.Τ.) ξεσπά στην αγορά, θέτοντας τις προϋποθέσεις για ντόμινο ανακατατάξεων με εξαγορές και συγχωνεύσεις στο εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
[ΤΑ ΝΕΑ, 22/4/2008]
Τριφό, Λελούς, Γκοντάρ, Μαλ και Πολάνσκι σε συνέντευξη τύπου για να υποστηρίξουν τον Ανρί Λανγκλουά που ο Αντρέ Μαλρό είχε εκδιώξει από τη Γαλλική Ταινιοθήκη. |
Η ένταση και οι κοινωνικές ζυμώσεις που χαρακτήρισαν το 1968 έχουν ελάχιστα προηγούμενα στην παγκόσμια ιστορία. Στην Αμερική έγιναν οι δολοφονίες του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και του Ρόμπερτ Κένεντι και στην Πράγα πνίγηκε η «βελούδινη επανάσταση», ενώ οι γυναίκες και οι μαύροι ζητούσαν περισσότερα δικαιώματα. Ομως, το πιο χαρακτηριστικό γεγονός του ταραγμένου 1968 είναι ο γαλλικός Μάης, με τις εξεγέρσεις των φοιτητών, που οδήγησαν όλο τον κόσμο στους δρόμους σε μια παθιασμένη αναζήτηση ελευθερίας και φαντασίας. Περίπου τα δύο τρίτα των εργαζομένων ακολούθησαν το παράδειγμα των φοιτητών και βγήκαν στους δρόμους, απεργώντας και διαδηλώνοντας. Από το γενικότερο κλίμα δεν μπορούσε να εξαιρεθεί το φεστιβάλ των Καννών και οι κινηματογραφιστές, που δέχονταν με αμεσότητα τα κοινωνικά ερεθίσματα. Καθώς πλησιάζει η φετινή διοργάνωση, το φετινό φεστιβάλ με ένα αφιέρωμα τιμά τον Μάη του 1968, αν και ήταν μια χρονιά που αναγκάστηκε να διακόψει τη λειτουργία του και να μη δώσει βραβεία. Ταυτόχρονα, μικρότερα φεστιβάλ, όπως αυτό της Κωνσταντινούπολης που λήγει σήμερα, κάνουν αφιερώματα στον Μάη του ’68 και στο πώς επηρέασε τον παγκόσμιο κινηματογράφο... [Του Παναγιωτη Παναγοπουλου, Η Καθημερινή, 20/4/2008]
Ο αυτοεξόριστος στο Παρίσι Ζυλ Ντασσέν βραβεύεται για το «Ριφιφί» (1956) στο Φεστιβάλ των Καννών, όπου γνωρίζει και ερωτεύεται τη Μελίνα Μερκούρη. Ο Ντασσέν, μαζί με τη Μ. Μερκούρη, επισκέπτεται στην Αντίπ, όπου ζούσε, ο επίσης ουσιαστικά αυτοεξόριστος, Νίκος Καζαντζάκης και ζητά την έγκρισή του μεγάλου συγγραφέα για κινηματογραφική μεταφορά του αλληγορικού μυθιστορήματός του «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Ο Καζαντζάκης δέχεται και ο Ντασσέν ταξιδεύει (ερχόμενος για πρώτη φορά στην Ελλάδα) στην Κρήτη, με το συνεργείο, τους ηθοποιούς και τη Μ. Μερκούρη, για τον πρωταγωνιστικό γυναικείο ρόλο. Πρότυπό του για την ερμηνεία του πρωταγωνιστικού ρόλου, του Μανολιού, ο Ντασσέν είχε τον φτωχούλη, όπως κι ίδιος, αγαπημένο παιδικό φίλο του, βασανισμένο αλλά και θαρραλέο απέναντι στο κακό, Μάρβιν.
Είναι η πρώτη ταινία (1957) που γυρίζει ο μεγάλος, προοδευτικός, διωκόμενος και αντιστεκόμενος στο μακαρθισμό σκηνοθέτης, ύμνος στον ελληνικό λαό και σ' όλους τους λαούς που αντιστέκονται στους καταπιεστές του ανθρώπου. Αν και η γαλλική παραγωγή, με αυτή την ταινία ο Ντασσέν ξεκινά ουσιαστικά την ελληνική του «περιπέτεια». Και το κάνει με έναν τρόπο βαθύτερα πανανθρώπινο, από ό,τι με το «Ποτέ την Κυριακή», τρία χρόνια αργότερα, όπως τουλάχιστον υποστηρίζει μερίδα της κριτικής. Αλλωστε, ο Ντασσέν δεν είναι «τουρίστας» στην Ευρώπη και δεν έρχεται ως «τουρίστας» στην Ελλάδα. Επιλέγει μια ήδη «καυτή» ιστορία του ρηξικέλευθου Καζαντζάκη και φτιάχνει μια ταινία «πολύ μπροστά από την εποχή της», όπως έχει χαρακτηριστεί.
Κρήτη 1920. Μια ομάδα ξεριζωμένων και εξαθλιωμένων φτάνει σε ένα χωριό που έχουν έθιμο να αναπαριστάνουν τα Πάθη, κάθε Μεγάλη Εβδομάδα, με ήρωες κατοίκους του χωριού: Ο «Χριστός», ο «Ιούδας» και η «Μαγδαληνή» στα «χέρια» του Καζαντζάκη και στη μηχανή του Ντασσέν μετατρέπονται σε αλληγορικά σύμβολα, που όχι μόνο ξεπερνούν την ηθογραφία, αλλά αποκαλύπτουν τις καθόλου μεταφυσικές βάσεις των ανθρώπινων, πραγματικών «παθών».
Το σενάριο, από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη, είναι του σκηνοθέτη και του Ben Barzman, η φωτογραφία των Gilbert Chain, Jacques Natteau, η μουσική επιμέλεια πάνω σε ελληνικά θέματα είναι του Georges Auric, τα κοστούμια του Γιάννη Τσαρούχη. Συγκλονιστική η Μελίνα Μερκούρη στο ρόλο της Κατερίνας, ενώ παίζουν ακόμη οι: Μορίς Ρονέ, Πιερ Βανέκ, Ροζέ Ανίν, Τζο Ντασσέν, Αννα Αρμάου, Δήμος Σταρένιος. Η ταινία διακρίθηκε με Ειδική Μνεία στο Φεστιβάλ Καννών το 1957 (ήταν υποψήφια και για το «Χρυσό Φοίνικα»), ενώ το 1958 ήταν υποψήφια για τα Βραβεία BAFTA. [Ριζοσπάστης, 20/4/2008]
The director's passion for film-making has taken him from tropical jungles to the Antarctic, he tells Marc Lee
Werner Herzog is one of the great visionaries of modern cinema. His films are strange, daring and tinged with a kind of madness, a madness that the director seemingly shares with his subjects. His shoots are never easy, largely because he chooses to tell stories - or record real life - in the most extreme environments on earth. |
The films for which he is best-known illustrate the point perfectly. In Fitzcarraldo (1982), a European adventurer decides to build an opera house in the South American jungle, a task that involves lugging a 350-ton steamboat over a mountain - so Herzog did exactly that with the help of local tribesmen.
His most successful feature documentary, Grizzly Man (2005), charts the bizarre life of a social misfit hell-bent on befriending wild bears who is then eaten by them. Location: remotest Alaska.
Then it was back to the jungle - this time in hot, humid Thailand - for his latest drama, Rescue Dawn, based on the experiences of an American fighter pilot shot down and captured by the enemy during the Vietnam War.
Most recently, he got as far from the tropics as possible by travelling to Antarctica's howling snowscapes for the documentary Encounters at the End of the World... [article continues, Telegraph, 12/4/2008]
Η φωτογραφία της μαρτυρεί σκηνές μιας άλλης εποχής. Ασπρόμαυρης και υποφωτισμένης. Η Χέιζελ Κορτ [Hazel Court], ηθοποιός κυρίως ταινιών τρόμου, πέθανε σε ηλικία 82 χρόνων (15/4/2008). Βρετανίδα, πρωταγωνίστρια του φιλμ «The Raven», την θυμόμαστε σε ταινίες όπως «The premature burial» και «The masque of the red death». Οπως είπε και η κόρη της, «λάμβανε 100 επιστολές από θαυμαστές της τον μήνα η ίδια προσωπικά». Υπήρξε εξαιρετικά όμορφη, κοκκινομάλλα με πράσινα μάτια και σχεδόν τέλειο πρόσωπο. Οπως εξηγεί και η κόρη της, «ήταν σχεδόν σε κάθε εξώφυλλο των περιοδικών της εποχής». Γεννήθηκε στις 10/2/1926 στο Μπέρμιγχαμ και σαν τινέιτζερ ακόμη δοκίμασε την τύχη της στο θέατρο. Στα 18 της ερμήνευσε τον πρώτο της ρόλο στο σινεμά στο «Champagne Charlie» και έναν χρόνο μετά πρωταγωνιστούσε στο «Dreaming». Υπήρξε δημοφιλής και στην τηλεόραση σε σειρές όπως το «Dick and the duchess» αλλά και το «Presents» του Αλφρεντ Χίτσκοκ για την αμερικανική τηλεόραση. Είχε μόλις ολοκληρώσει την αυτοβιογραφία της.
[Του απεσταλμένου μας στην Κωνσταντινούπολη Παναγιωτη Παναγοπουλου, Η Καθημερινή, 17/4/2008]. Στα 27 του χρόνια, το φεστιβάλ της Κωνσταντινούπολης είναι σχετικά νέο σε σχέση με τις πολύ μεγαλύτερες διοργανώσεις σε όλο τον κόσμο, στις Κάννες, τη Βενετία, το Βερολίνο, ακόμη και τη Θεσσαλονίκη. Ομως οι άνθρωποι του φεστιβάλ στην Κωνσταντινούπολη εργάζονται σκληρά, έχουν πάθος για το σινεμά και χρόνο με τον χρόνο βελτιώνουν τη θέση τους στον παγκόσμιο χάρτη των κινηματογραφικών διοργανώσεων.
Από τις 5 Απριλίου, που έχουν αρχίσει οι προφεστιβαλικές εκδηλώσεις και ιδιαίτερα από τις 10 του μήνα, που το πρόγραμμα του φεστιβάλ βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, ο πεζόδρομος Ιστικλάλ, το κεντρικό σημείο της πόλης, όπου η ζωή δεν σταματά ούτε για μια στιγμή μέσα στο 24ωρο, έχει αποκτήσει έντονο κινηματογραφικό χρώμα. Τα μπάνερ του φεστιβάλ με την αφίσα, ένα ανθρώπινο σώμα τυλιγμένο με φιλμ, βρίσκονται παντού. Ομως η ζωντανή διοργάνωση δεν χρειάστηκε να κάνει ιδιαίτερη προσπάθεια για να «τυλίξει» τους θεατές. Απλώς ένα ενδιαφέρον πρόγραμμα και οι αίθουσες γεμίζουν με νεανικό κοινό.
Julie Andrews's memoir is full of crisp locutions like "poor unfortunate" and "banished to the scullery" and "trivet," a characteristically precise term that the dictionary defines as "an iron tripod placed over a fire for a cooking pot or kettle to stand on." It opens with a soppy poem she wrote about England, but what follows is a decisively unsoppy account of a typically dismal English childhood, complete with cramped lodgings and brutish relatives, which Andrews tells briskly and without self-pity.
Δυο φορές τον απέρριψε το Εθνικό Ινστιτούτο Δραματικής Τέχνης της Αυστραλίας. "Πήγαινε να βελτιωθείς" του είπαν. Εκείνος βαρέθηκε να περιμένει, αλλά πήγε και τον βρήκε η τύχη του! Όχι ακριβώς η τύχη του, αλλά το Χόλιγουντ! Πρόκειται για τον 19χρονο ομογενή, Δημήτρη Μπαβέα, με καταγωγή από τα Κύθηρα, που πρωταγωνιστεί στη νέα ταινία φρίκης "The Ruins" που άρχισε ήδη να προβάλλεται στις ΗΠΑ και σύντομα θα προβληθεί και στην Αυστραλία. Η ταινία γυρίστηκε στην Χρυσή Ακτή της Αυστραλίας και σ' αυτήν ο Μπαβέας ενσαρκώνει το ρόλο ενός "μισότρελου" Έλληνα, που τον λένε Δημήτρη και μιλάει ελληνικά. "Νομίζω πως η ταινία αυτή, ως φιλμ τρόμου θα τρομάξει πολλούς θεατές", λέει ο νεαρός ομογενής ηθοποιός. [ΑΠΕ - ΜΠΕ]
Στην ταινία με τον οξύμωρο τίτλο «Ο αδελφός μου είναι μοναχοπαίδι», ο σκηνοθέτης Ντανιέλε Λουκέτι ανασυνθέτει μια εικόνα της ταραγμένης Ιταλίας του ’60 και του ’70 με αφορμή την κωμικοτραγική ιστορία μιας οικογένειας της εργατικής τάξης. Η σύντομη κινηματογραφική ιστορία του είναι ένα μείγμα κοινωνικοπολιτικού σινεμά και νοσταλγίας. Ο Λουκέτι κλιμακώνει μια πικρή αλληγορία για τους «κατώτερους» της κοινωνίας που περιμένουν το θαύμα, περιγράφοντας έναν μικρό εμφύλιο πόλεμο με πρωταγωνιστές τους δυο γιους της οικογένειας – έναν ακροαριστερό συνδικαλιστή κι έναν φασίστα. Η ταινία είναι συγκινητική και βαθιά πολιτική. Ο Λουκέτι επαναδιατυπώνει παρόμοια αιτήματα με αυτά που έθετε το πολιτικό και κοινωνικό σινεμά στην Ιταλία κατά τη δεκαετία του ’70. Παρακάμπτει τις ιστορικές καταβολές της σύγκρουσης Δεξιάς και Αριστεράς (το φαινόμενο του φασισμού και η γέννηση της τρομοκρατίας περιγράφονται επιφανειακά) και επαναφέρει το αίτημα της κοινωνικής χειραφέτησης και της πολιτικής πράξης μέσα σε ένα ουμανιστικό πλαίσιο, απαλλαγμένο από τις ιδεολογικές κόντρες του πρόσφατου παρελθόντος.
Εάν πιστέψουμε τον Λαρς φον Τρίερ, ο Ντράγιερ σκόπευε να γυρίσει τη «Μήδεια» στην Ελλάδα με πρωταγωνίστρια τη Μαρία Κάλλας. Σαράντα χρόνια μετά το θάνατο του Δανού σκηνοθέτη (1889 - 1968), η «είδηση» δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αφού, εν τω μεταξύ, η μεν Μαρία Κάλλας πρωταγωνίστησε στην ομώνυμη ταινία του Πιερ Πάολο Παζολίνι ο δε Λαρς φον Τρίερ ανέλαβε να ολοκληρώσει την τελευταία επιθυμία του Ντράγιερ σκηνοθετώντας την αρχαία ελληνική τραγωδία για την τηλεόραση της Δανίας (το 1988), σε σενάριο του «μεγάλου δασκάλου». Ελάχιστοι δημιουργοί στην ιστορία της 7ης Τέχνης μπορούν να φέρουν επαξίως και με τόσο καθολική αποδοχή τον χαρακτηρισμό του «δασκάλου». Και ο Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ, νόθο παιδί μιας Σουηδέζας καμαριέρας και ενός Δανού κτηματία, που υιοθετήθηκε από τον τυπογράφο Καρλ Ντράγιερ και τη γυναίκα του, ανήκει σε αυτούς τους ελάχιστους... [συνέχεια ΕΔΩ. Της Μαρiας Κατσουνακη, Η Καθημερινή, 13/4/2008]
«Ριζοσπάστης» (1/3/1987). Συνέντευξη για τη συμμετοχή του στο Διεθνές Συνέδριο Επιστημόνων - Διανοουμένων - Καλλιτεχνών για την Ειρήνη: «Στο Συνέδριο, μίλησα κι εγώ για τον κίνδυνο του όρου "περιφερειακοί" ή "τοπικοί" πόλεμοι. Είναι γελοίο να χαρακτηρίζονται κάποιοι πόλεμοι "περιφερειακοί", ή "τοπικοί": Πρώτον, για τον κίνδυνο της εξάπλωσής τους και, δεύτερον, γιατί όταν λέμε "περιφερειακό" έναν πόλεμο νιώθουμε ασφαλείς και αδιαφορούμε που σκοτώνονται άλλοι άνθρωποι (...). Στην Αμερική πολλοί άνθρωποι της Τέχνης εξαγοράζονται, αλλά υπάρχουν κι άνθρωποι που μπορούν βοηθήσουν την ειρήνη (...). Ολα τα ψέματα, όλα τα κακά που κάνουν οι ΗΠΑ, τα κάνουν στο όνομα της δημοκρατίας. Αλλά και ο αμερικάνικος λαός είναι αφελής. Είναι επικίνδυνο να είσαι αφελής (...)»... [συνέχεια ΕΔΩ. Ριζοσπάστης, 13/4/2008]
Το 1952, δύο νέοι άνδρες από την Αργεντινή, ο Ερνέστο Γκεβάρα και ο Αλμπέρτο Γρανάδο, ξεκινούν ένα οδοιπορικό για να ανακαλύψουν τη Λατινική Αμερική. Με ιδιαίτερα ρομαντική αίσθηση της περιπέτειας, οι δύο φίλοι αναχωρούν από το γνώριμο περιβάλλον τους στο Μπουένος Αϊρες πάνω σε μία ετοιμόρροπη Νόρτον. Η μηχανή χαλάει συνέχεια κατά τη διάρκεια του οκτάμηνου ταξιδιού τους, αλλά οι δυο φίλοι δεν το βάζουν κάτω και κάνουν οτοστόπ για να φτάσουν στην επόμενη στάση τους. Οταν φθάνουν σε οικισμό λεπρών βαθιά στον Περουβιανό Αμαζόνιο, αρχίζουν να διερωτώνται για την αξία της ανθρώπινης ζωής και τη σχέση της με τα οικονομικά συστήματα. Παίζουν: Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Ροντρίγκο Ντε Λα Σέρνα (Δευτέρα, 14/4, ΕΤ-1, 21.00).
Συνέντευξη με τον σεναριογράφο Jean Claude Carriere, ο οποίος έχει συνεργαστεί με κορυφαίους σκηνοθέτες σε όλο τον κόσμο, όπως ο Λουί Μπουνιουέλ, ο Λουί Μαλ κ.ά., θα παρουσιάσει η εκπομπή «Cine plano». Εχει γράψει περίπου 130 σενάρια για τον κινηματογράφο, έχει σκηνοθετήσει τρεις ταινίες μικρού μήκους, η μία από τις οποίες βραβεύτηκε με Οσκαρ, και ορισμένα ντοκιμαντέρ. Επίσης, για 30 χρόνια, συνεργάζεται με τον Πίτερ Μπρουκ, στη συγγραφή θεατρικών έργων. Ο Jean Claude Carriere τιμήθηκε για το σύνολο της καριέρας του στο Φεστιβάλ της Λάρισας, πριν λίγες μέρες. Η εκπομπή θα μεταδώσει επίσης αφιέρωμα στη θεματολογία του ελληνικού κινηματογράφου, που σχετίζεται με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου και τη χούντα. Ακόμη, θα παρουσιαστεί η κινηματογραφική αίθουσα «Ιντεάλ». Επιμέλεια - Παρουσίαση: Κώστας Σταματόπουλος σκηνοθέτης, και Γιάννης Φραγκούλης, κριτικός κινηματογράφου (Πέμπτη, 17/4, «902» TV, 23.00).
Ο Αλφρεντ Χίτσκοκ σκηνοθετεί το ψυχαναλυτικό θρίλερ «Νύχτα αγωνίας». Ο διευθυντής ενός ψυχιατρικού νοσοκομείου αναγκάζεται να αποσυρθεί και τη θέση του παίρνει ένας νεότερος επιστήμονας, ο Δρ. Εντουαρντς. Στο νοσοκομείο εργάζεται η αφοσιωμένη στο έργο της γιατρός Κόνστανς Πέτερσον, η οποία αμέσως συμπαθεί τον νέο της προϊστάμενο. Σύντομα, όμως, αρχίζει να παρατηρεί περίεργα σημάδια στη συμπεριφορά του. H γιατρός ανακαλύπτει ότι ο άντρας που έχει ερωτευτεί και είναι επικεφαλής του νοσοκομείου, δεν είναι ο γιατρός που νομίζει, αλλά ένας ασθενής του, ο Τζον Μπάλανταϊν. O Μπάλανταϊν βρίσκεται σε κατάσταση αμνησίας και εκφράζει την ενοχή του, πιστεύοντας ότι σε ένα κενό μνήμης ίσως έχει δολοφονήσει τον γιατρό. Παίζουν: Ινγκριντ Μπέργκμαν, Γκρέγκορι Πεκ, Μάικλ Τσέχοφ, Λέο Κάρολ, Τζον Εμερι, Νόρμαν Λόιντ (Δευτέρα, 14/4, ΝΕΤ, 01.00)
Ρωσοεβραίοι από την Οδησσό, μετανάστες στις ΗΠΑ ήταν οι γονείς του. Δεκαετία του '20. Δυο κόρες και τρία αγόρια είχε να θρέψει ο μεροκαματιάρης σε κουρείο, λάτρης του διάσημου τενόρου Καρούζο, σοσιαλιστής πατέρας του. Πείνα. Ανέχεια. Απλήρωτα νοίκια. Αλλεπάλληλες εξώσεις της οικογένειας από άθλια σπιτικά στο Χάρλεμ και το Μπρονξ, όπου ζούσε η εξαθλιωμένη λευκή και μαύρη εργατιά. Παντού η βία και εγκληματικότητα των μαφιόζων. Κοινωνική νόσος και τα παραβατικά παιδιά. Μόνα αντίδοτα η αλληλεγγύη των εργατών γειτόνων, τα λίγα φρούτα και λαχανικά που έκλεβε η εργάτρια στη λαχαναγορά θεία τους και το ρώσικο τραγούδι «Ο βαρκάρης του Βόλγα», που ο πατέρας έβαζε τα παιδιά του να τραγουδούν στις αμέτρητες στιγμές οικογενειακής απελπισίας. Ο δύστυχος πατέρας που, για να συνεχίσει το σχολείο ο πρωτότοκος γιος του, ζήτησε μικροβήθεια από τον κουνιάδο του, ταπεινώθηκε απ' αυτόν και αποδιώχτηκε από τη γυναίκα του. Τα αγόρια βγήκαν στη βιοπάλη. «Προστάτης» της οικογένειας έγινε ο 16χρονος Λου, που συνέχισε στο νυχτερινό σχολείο, όπως και οι μικρότεροι αδελφοί του... [Ριζοσπάστης, 13/4/2008].
Το 1948, σε πραγματικούς χώρους, με άγνωστους ηθοποιούς, γυρίζει τη «Γυμνή πόλη». Ταινία - ντοκουμέντο για τη νεοϋορκέζικη βία και την εγκληματικότητα. Ο αντικομμουνισμός φουντώνει. Ενας από τους σεναριογράφους της ταινίας φυλακίζεται. Το μοντάζ της ταινίας γίνεται ερήμην του Ντασσέν: «Οταν την πρωτοείδα έβαλα τα κλάματα από την αηδία... Από την ταινία αφαιρέθηκαν όλες οι αντιθέσεις της Νέας Υόρκης, γύρω από τις οποίες είχα χτίσει το έργο. Ο αμύθητος πλούτος και η μιζέρια». Το 1949, με ανεξάρτητο παραγωγό, σε πραγματικούς χώρους κοινωνικών συγκρούσεων, γυρίζει τους «Ανθρώπους του αίματος», με θέμα το ελεγχόμενο και αιματοβαμμένο από τη Μαφία εμπόριο οπωροκηπευτικών... [Ριζοσπάστης, 13/4/2008].
Αν ζητήσετε από οποιονδήποτε Ιταλό ένα διάσημο ελληνικό όνομα, τα περιθώρια για εκπλήξεις είναι πολύ περιορισμένα. Να είστε προετοιμασμένοι για την ίδια μονότονη απάντηση: Irene Papas.
Η Ειρήνη Παπά είναι εδώ και πολλά χρόνια η πιο αναγνωρίσιμη προσωπικότητα της Ελλάδας στην Ιταλία. Και σήμερα στις 7.30 το απόγευμα, ο πρέσβης της Ιταλίας στην Αθήνα, κ. Gianpaolo Scarante, θα ανακοινώσει επίσημα τη βράβευσή της με το «Διεθνές Βραβείο για τον Πολιτισμό 2008» από την οργάνωση Premio Roma. Πρόκειται για μία εξαιρετικά τιμητική διάκριση, καθώς το συγκεκριμένο βραβείο έχει απονεμηθεί κατά το παρελθόν σε ποντίφικες και στον δήμαρχο της Ρώμης Βάλτερ Βελτρόνι, ανάμεσα σε άλλους. Σύμφωνα με ανακοίνωση της πρεσβείας, η βράβευση αποτελεί «αναγνώριση της Ιταλίας σε μια διάσημη εκπρόσωπο της Ελλάδας στο εξωτερικό για την πολύχρονη προσφορά της στον χώρο του πολιτισμού».
Οι δεσμοί της Ειρήνης Παπά με το ιταλικό κοινό χρονολογούνται από τη δεκαετία του ’60, όταν η Ελληνίδα ηθοποιός πρωταγωνιστούσε σε διεθνείς παραγωγές με έντονο ελληνικό χρώμα, όπως τα «Κανόνια του Ναβαρόνε» (1961) και ο «Αλέξης Ζορμπάς» (1964).Το 1968 ήρθε ο ρόλος της Πηνελόπης στην «Οδύσσεια» του Φράνκο Ρόσι για λογαριασμό της ιταλικής τηλεόρασης. Η παρουσία της σε μία εξαιρετικά δημοφιλή σειρά την καθιέρωσε ως σύμβολο της ελληνικής ομορφιάς. Οι δεσμοί ενισχύθηκαν με συμμμετοχές της Ειρήνης Παπά σε θεατρικές και τηλεοπτικές παραγωγές στην Ιταλία.
«Είσαι όπως εκείνα τα κοκτέιλ... Το πρώτο κατεβαίνει γλυκά γλυκά και τα επόμενα σε βαράνε στο κεφάλι», λέει σε μια σκηνή ο Τζορτζ Κλούνεϊ στη δημοσιογράφο που ερμηνεύει η Ρενέ Ζελβέγκερ. Εχει ποτέ ο ίδιος πει αυτή τη φράση στην πραγματική ζωή; «Οχι», απαντάει, «αλλά πολλές γυναίκες μπορεί να έχουν σκεφτεί αυτό που λέει αργότερα η Ρενέ: “Το μόνο που απεχθάνομαι περισσότερο στους άντρες που με φλερτάρουν είναι οι άντρες που δεν με φλερτάρουν”».
Πρωταγωνιστής στην ταινία, ο Κλούνεϊ κάνει στο «Leatherheads» την τρίτη του σκηνοθετική προσπάθεια. Λαμπερός και γοητετικός στα 47 του χρόνια (τα κλείνει τον Μάιο), βρίσκεται στο απόγειο της καριέρας του και εκφράζει με σθένος τις πολιτικές του ανησυχίες - από την αντίθεσή του στον πόλεμο εναντίον του Ιράκ μέχρι την κινητοποίηση για να σταματήσει η γενοκτονία στο Νταρφούρ. Στην αμερικανική προεκλογική εκστρατεία έχει υποστηρίξει τον Ομπάμα, αλλά αρνήθηκε να γίνει «διαφημιστής» του, όπως έκανε για τη Χίλαρι ο Τζακ Νίκολσον με το τηλεοπτικό του σποτ.
Για το φιλμ «Leatherheads», που βγήκε τώρα στις αμερικανικές οθόνες και θα έρθει αργότερα στην Ευρώπη, ο Κλούνεϊ λέει: «Είναι τοποθετημένη στη δεκαετία του 1920 και μιλάει για τους αστέρες του ράγκμπι, τους ήρωες του πολέμου και ένα ερωτικό τρίο που γεννάει πολλές εκπλήξεις: εγώ παίζω τον προπονητή των Dodge, τον Κόνολι, η Ρενέ τη δημοσιογράφο Λέξι και ο Τζον Κρασίνσκι τον πρωταθλητή και ήρωα πολέμου Κάρτερ Ράδερφορντ»... [Η Καθημερινή, 6/4/2008]
(Του συνεργάτη μας ΓΙΑΝΝΗ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ).--
Με επιτυχία τέλειωσε το 16ο Μεσογειακό Φεστιβάλ Νέων Κινηματογραφιστών Λάρισας. Με καλύτερες ταινίες από πέρσι και σημαντικές προσωπικότητες, των οποίων την προσφορά τίμησε, διαφοροποιήθηκε πολύ από τα άλλα Φεστιβάλ στην Ελλάδα.
Αναγκαίες, όμως, είναι κάποιες παρατηρήσεις. Ο προϋπολογισμός του είναι ο ελάχιστος για μια διοργάνωση που φιλοξενεί Ελληνες και ξένους κινηματογραφιστές και προβάλλει ταινίες από πολλές χώρες. Η επιχορήγηση του ΥΠΠΟ είναι δυσανάλογη με την ποιότητα της διοργάνωσης. Αλλά και η επιχορήγηση του Δήμου Λαρισαίων είναι σκανδαλωδώς ελάχιστη. Ελαμψαν με την απουσία τους όσοι ασκούν εξουσία στη Λάρισα. Γιατί; Ακόμα δεν έχουν πιστέψει στην αξία αυτού του θεσμού; Το γεγονός ότι το συγκεκριμένο φεστιβάλ διατηρεί το επίπεδό του, οφείλεται στη μεγάλη προσπάθεια των υπευθύνων της διοργάνωσής του.
Τιμώμενα πρόσωπα ήταν ο Ζαν-Κλοντ Καριέρ και ο Κώστας Φέρρης. Ο πρώτος, σεναριογράφος (μεταξύ άλλων των Μπουνιουέλ και Μαλ), είναι μεταξύ των πρωτεργατών του σουρεαλισμού, με πάνω από 100 σενάρια στο ενεργητικό του, πολλά θεατρικά έργα και βιβλία. Ο δεύτερος είναι μια αναγνωρισμένη προσωπικότητα του διεθνούς κινηματογράφου.
Από ταινίες που είδαμε, θα αναφερθούμε στο γενικότερο κλίμα της προβληματικής τους. Τα θέματα που απασχόλησαν, σχεδόν, όλους τους σκηνοθέτες είναι η μοναξιά και η αλλοτρίωση του ανθρώπου στη σύγχρονη πόλη και οι μετανάστες. Οι διαγωνιζόμενες ταινίες μικρού μήκους είχαν υψηλή ποιότητα, αισθητικά και σεναριακά. Οι ελληνικές ταινίες διαγωνίστηκαν επάξια με ξένες ταινίες. Ιδιαίτερα, το «Πέρασμα» του Γιάννη Κατσάμπουλα, έδειξε ότι ο ελληνικός κινηματογράφος όταν θέλει μπορεί να φτάσει σε υψηλά επίπεδα ποιότητας.
Ευχόμαστε του χρόνου το Φεστιβάλ Λάρισας να έχει την πρέπουσα συμπαράσταση της πολιτείας και της ΤΑ. Μόνον έτσι θα μπορέσει να δυναμώσει τη φωνή του. Να κάνει μια ολοκληρωμένη παρέμβαση στο κινηματογραφόφιλο κοινό της Λάρισας.
Τα βραβεία του 16ου Μεσογειακού Φεστιβάλ Νέων Κινηματογραφιστών (Λάρισα 2008). Διεθνές Διαγωνιστικό Τμήμα: «Χρυσός Ιππος»: «Σώζοντας τη μαμά και τον μπαμπά» (Γαλλία - ΗΠΑ). «Αργυρός Ιππος»: «Κερδίζοντας έδαφος» (Γερμανία). Τιμητικές διακρίσεις: «Μποκάζ» (Νορβηγία), «Κάτω από το δέρμα» (Ελβετία - Γαλλία), «Ισόγειο» του Χάρη Σταθόπουλου. Μεσογειακό Διαγωνιστικό Τμήμα: «Χρυσός Ιππος»: «Δωμάτιο Α» (Μαρόκο). «Αργυρός Ιππος»: «Νασίζα» (Ισπανία). Τιμητικές διακρίσεις: «Το πέρασμα» του Γιάννη Κατσάμπουλα. «Η κούκλα» (Ισπανία). «Κίνα, Κίνα» των Ζοάο Πέντρο Ροντρίγκεζ, Ζοάο Ρούι Γκουέρα Ντα Μάτα. «Δρόμοι» (Ισραήλ). Βραβεία ΕΤΕΚΤ Καλύτερης φωτογραφίας: Σταμάτης Γιαννούλης («Το Πέρασμα»). Καλύτερου μοντάζ: Φραν Καράμες, Γκιγιέρμο Ρίος («Νασίζα»). Καλύτερης ηχοληψίας: Νταβίντ Ροντρίγκεζ («Εκλαμψη»). Βραβεία ΣΕΗ Καλύτερης γυναικείας ερμηνείας: Ναταλία Νιτσέντα («Ιδιοκτησία»). Καλύτερης ανδρικής ερμηνείας: Τάσος Νούσιας («Το πέρασμα»). Βραβείο ΚΟΝΤΑΚ καλύτερης ελληνικής ταινίας: «Το πέρασμα». [Ριζοσπάστης, 8/4/2008]
Αυτό το προφανές, που σήμερα επιχειρεί να απαξιώσει η αντικομμουνιστική και αντισοβιετική υστερία, ανέδειξε η εκδήλωση, για τη συνεισφορά της Επανάστασης στο σύγχρονο κινηματογράφο, που διοργάνωσε το Πολιτιστικό Τμήμα της ΚΕ του ΚΚΕ και η Πολιτιστική Επιτροπή του ΚΣ της ΚΝΕ (4/4) στην αίθουσα των συνεδρίων του Κόμματος, κλείνοντας το τετράπτυχο αφιέρωμα στην Τέχνη του Οχτώβρη, με αφορμή τα 90χρονα της Επανάστασης και του ΚΚΕ.
Το ρόλο της Τέχνης στη διαμόρφωση της κοινωνικής συνείδησης και τη χρήση της ως «όπλου» ιδεολογικής χειραγώγησης από τον καπιταλισμό, ανέδειξε εισηγητικά ο Στράτος Σαραντίδης, μέλος του Πολιτιστικού Τμήματος της ΚΕ του Κόμματος.
«Στη διαμόρφωση μιας συνείδησης που θα βλέπει ως προοπτική το σοσιαλισμό, η προοδευτική, ριζοσπαστική τέχνη και πολιτιστική δράση, ταυτόχρονα με την πολιτική δράση, παίζουν κρίσιμο ρόλο», σημείωσε ο ομιλητής. «Αναδεικνύεται, λοιπόν, σε κεντρικό ζήτημα σήμερα αυτό που βάζουν τα τελευταία συνέδρια του Κόμματός μας για την αλλαγή της πολιτιστικής ατμόσφαιρας, τη συσπείρωση δυνάμεων στο χώρο της Τέχνης. Χωρίς Τέχνη με αυτά τα χαρακτηριστικά, οργανικό στοιχείο του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού μετώπου, δεν μπορεί να υπάρξει ολοκληρωμένο και ισχυρό τέτοιο μέτωπο». Κάλεσε τους καλλιτέχνες για δημιουργία ενός πλατιού κοινωνικού - πολιτιστικού ρεύματος, «που θα αντιλαμβάνεται τον εαυτό του και το ρόλο του ως τμήματος της εργατικής τάξης και του εργαζόμενου λαού, που θα συμβάλει στην αλλαγή της κοινωνίας».
Η εκδήλωση έκλεισε με προβολή του ντοκιμαντέρ για την Οχτωβριανή Επανάσταση και τη συνεισφορά της στο σύγχρονο κινηματογράφο, σε σενάριο - σκηνοθεσία, Κώστα Σταματόπουλου, με αφηγητές τους: Τάκη Βαμβακίδη, Κωνσταντίνα Γεωργαντά, Γιάννα Δημητρίου, Φώτη Μιχαλόπουλο. Η ταινία «ξενάγησε» τους θεατές στη γέννηση του κινηματογράφου, στην ωρίμανση και ανέλιξή του σε Τέχνη, μέσα από την παρουσίαση ρευμάτων, κινημάτων και δημιουργών που άνθισαν στο σοσιαλισμό. [Ριζοσπάστης, 8/4/2008]
ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Ben Hur star Charlton Heston dies. The Independent, Sunday, 6 April 2008
Heston: a movie legend. The Independent, Sunday, 6 April 2008
Charlton Heston. Telegraph.co.uk, 07/04/2008
God, guns and glory. Charlton Heston was a great actor who played mighty men - from Moses to a spaceman in a loincloth. And he thought his movies could change the world. David Thomson, Tuesday April 8, 2008, The Guardian
Charlton Heston.
07.04.2008: Tributes paid to Oscar winner who was known for his larger-than-life roles
07.04.2008: Comment: A mighty figure with a booming, virile voice
07.04.2008: Obituary: Charlton Heston
Blog: Peter Bradshaw on Charlton Heston
Special report: Charlton Heston 1923-2008
Gallery: 'A god-like hero'
Special report: Charlton Heston
Αρχές του ’90, ο Ζυλ Ντασσέν σκηνοθετούσε στο θέατρο Τζένη Καρέζη τον «Θάνατο του εμποράκου». «Δυστυχώς δεν θα μπορέσετε να του μιλήσετε στο τηλέφωνο. Θα τον βρείτε μόνο στο θέατρο. Πηγαίνει το πρωί και επιστρέφει σπίτι ξημερώματα. Δεν τον βλέπω καθόλου». Η Μελίνα Μερκούρη στην άλλη πλευρά του τηλεφώνου μάς ενημερώνει για το πρόγραμμα του Ντασσέν. Ευγενής και προστατευτική, ίσως και να προσπαθεί να μας αποτρέψει θέλοντας να ελαφρύνει το πρόγραμμά του.
«Είσαι όπως εκείνα τα κοκτέιλ... Το πρώτο κατεβαίνει γλυκά γλυκά και τα επόμενα σε βαράνε στο κεφάλι», λέει σε μια σκηνή ο Τζορτζ Κλούνεϊ στη δημοσιογράφο που ερμηνεύει η Ρενέ Ζελβέγκερ. Εχει ποτέ ο ίδιος πει αυτή τη φράση στην πραγματική ζωή; «Οχι», απαντάει, «αλλά πολλές γυναίκες μπορεί να έχουν σκεφτεί αυτό που λέει αργότερα η Ρενέ: “Το μόνο που απεχθάνομαι περισσότερο στους άντρες που με φλερτάρουν είναι οι άντρες που δεν με φλερτάρουν”».
Ο Νίκος Κούνδουρος υπογράφει τη σκηνοθεσία της δραματικής κοινωνικής ταινία «Μικρές Αφροδίτες». Κάπου στην Ελλάδα, το 2000 π.Χ., μια ομάδα βοσκών κατεβαίνει από τα βουνά αναζητώντας νέους βοσκότοπους. Χάνοντας το δρόμο τους, συναντούν κάποιες γυναίκες ψαράδων, που οι άντρες τους είναι στη θάλασσα. Ανάμεσα στον Σκύμνο, τον νεαρό γιο ενός βοσκού και τη Χλόη, μια δωδεκάχρονη κοπέλα, γεννιέται ένας σύντομος και βίαιος έρωτας. Τα παιχνίδια των δύο εφήβων ξυπνούν τον πόθο στον Λύκα, έναν μουγκό βοσκό ο οποίος καταφέρνει να κερδίσει τη Χλόη. Μην μπορώντας να συμβιβαστεί με την πικρή γεύση της προδοσίας, ο Σκύμνος αφήνεται να τον πάρουν τα κύματα... Παίζουν: Ντίνος Ηλιόπουλος, Μαργαρίτα Παπαγεωργίου, Γιάννης Αργύρης, Θανάσης Βέγγος, Στέφανος Στρατηγός, Ανέστης Βλάχος, Αντρέας Ντούζος, Ζαννίνο, Θόδωρος Ανδριανόπουλος, Μαρίκα Λεκάκη, Φρίξος Νάσου, Κώστας Σταυρινουδάκης, Αλέκος Τζανετάκος (Τρίτη, 8/4, ΕΤ-1, 24.00)
Σενάριο: Βασίλης Βασιλικός, Κώστας Σφήκας, από το Δάφνις και Χλόη του Λόγγου και τα Ειδύλλια του Θεοκρίτου. Φωτογραφία: Giovanni Variano. Σκηνικά-Κοστούμια: Νίκος Κούνδουρος. Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος. Μοντάζ: Γιώργος Τσαούλης. Ηθοποιοί: Κλεοπάτρα Ρώτα (Χλόη), Ελένη Προκοπίου (Άρτα), Τάκης Εμμανουήλ (Τσάκαλος), Βαγγέλης Ιωαννίδης (Σκύμνος), Ζαννίνο (αρχηγός των βοσκών), Ανέστης Βλάχος (ένας βοσκός), Κώστας Παπακωνσταντίνου (Λύκας), Βασίλης Καΐλας. Παραγωγή: Ανζερβός, Μίνως Φιλμ. Διάρκεια: 88 λεπτά. Ασπρόμαυρη. Βραβείο σκηνοθεσίας και βραβείο καλύτερης ταινίας Διεθνούς Ένωσης Κριτικών στο Φεστιβάλ Βερολίνου 1963. Βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, μουσικής και κριτικών στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1963. (Ο σκηνοθέτης, προσφάτως, άλλαξε τον τίτλο της ταινίας σε: Το σημάδι της Αφροδίτης.)Χρυσός Ιππος στον σεναριογράφο του Μπουνιουέλ.
Σενάρια για Γκοντάρ, Φόρμαν, Οσιμα έχει γράψει ο 77χρονος Καριέρ, αλλά και το «Μαχαμπαράτα» για την παράσταση του Πίτερ Μπρουκ |
www.kathimerini.gr με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ
Βαθιά συλλυπητήρια για την απώλεια του Ζυλ Ντασσέν εκφράζει η Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, η οποία ομόφωνα αποφάσισε να καθιερώσει «Βραβείο Ζυλ Ντασσέν», για τους νέους δημιουργούς του ελληνικού κινηματογράφου. Το συλλυπητήριο μήνυμα της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών είναι το ακόλουθο:
«Σήμερα, οι Έλληνες σκηνοθέτες, με αληθινή συντριβή, καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε την απώλεια του Ζυλ Ντασσέν. Του ανθρώπου που ήταν για μας το ζωντανό παράδειγμα ήθους και ευγένειας.Γιατί ο Ζυλ Ντασσέν μάς δίδαξε σεμνά και αθόρυβα ότι ο άνθρωπος της τέχνης, για να είναι χρήσιμος και να δημιουργεί, πρέπει να γίνει ο ίδιος έργο τέχνης, να ζει σαν καλλιτέχνης, αρχή που τήρησε και διατήρησε σαν φωτεινό παράδειγμα μέχρι το τέλος, χωρίς να φοβάται κανένα τίμημα. Η ζωή του όλη, μας υπενθύμιζε διαρκώς ότι τον κόσμο δεν αρκεί να τον ερμηνεύεις, αλλά πρέπει και να τον αλλάζεις. Του ανθρώπου που μας έμαθε ότι γίνεσαι ευτυχισμένος όταν προσφέρεις ανιδιοτελώς τις γνώσεις και τον χρόνο σου.Οι Έλληνες σκηνοθέτες θα τον ευγνωμονούν για πάντα για τη γενναιοδωρία του και την ανεξάντλητη βοήθειά του. Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ την τιμή και τη συγκίνηση που μας έδωσε όταν πρόσφατα στο Κινηματογραφικό Συνέδριο και ενώ η υγεία του ήταν επιβαρημένη, δεν αρνήθηκε να δηλώσει «παρών» δίπλα μας. Του ανθρώπου που μας δίδαξε τον μεγάλο έρωτα στα μάτια της Μελίνας.Έκλεισε τον κύκλο του στο μέγεθος του ημίθεου, γιατί ο Ζυλ Ντασσέν έδωσε και πήρε αληθινή αγάπη. Του ανθρώπου που στο ερώτημα ποιος είσαι, απαντούσε : Έλληνας! Και αυτή ήταν για μας η μεγαλύτερη προσφορά του Ζυλ Ντασσέν: πριν γνωρίσει και αγαπήσει την Ελλάδα, την ονειρεύτηκε.Θα φυλάξουμε για πάντα στην καρδιά μας σαν σπόρο το τελευταίο του δάκρυ που μας χάρισε όταν πριν λίγο καιρό από το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης αντίκρισε τον Παρθενώνα. Έφυγε πλήρης ημερών, δημιουργίας και δράσης. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών, στη σημερινή του συνεδρίαση, τιμώντας τη μνήμη του Ζυλ Ντασσέν, επί σειρά ετών επίτιμου μέλους του σωματείου μας, αποφάσισε ομόφωνα να καθιερώσει βραβείο ``Ζυλ Ντασσέν`` για τους νέους δημιουργούς του ελληνικού κινηματογράφου».Le réalisateur américain Jules Dassin, père du chanteur Joe Dassin, est décédé lundi soir à Athènes à l'âge de 96 ans, a-t-on appris de source hospitalière.
Les causes de son décès n'ont pas été divulguées, l'hôpital Hygeia faisant savoir qu'il y était soigné depuis deux semaines.
Son épouse grecque Melina Mercouri avait été à l'affiche de certains de ses plus grands succès, comme "Jamais le dimanche" (1960). "Du Rififi chez les hommes" (1954) avait valu à Dassin le prix de la Mise en scène au festival de Cannes -où il avait fait la rencontre de Mercouri.
En tout, Mercouri, décédée en 1994, avait joué dans sept de ses plus de 20 films, parmi lesquels ont note aussi "Reunion in France" (1942), "Les forbans de la nuit" (1950) et "Toptaki" (1964).
"La Grèce pleure la perte d'un être humain exceptionnel, un artiste important, et d'un vértibale ami", a-t-il déclaré dans un communiqué.
Après ses débuts à Hollywood dans les années 1940, il rencontra quelques problèmes au sein du milieu en raison de ses opinions gauchistes et fut placé sur la célèbre liste noire des personnalités communistes. Il se rendit alors à Londres, et vécut également en Italie et en France avant de gagner la Grèce en 1966 après avoir épousé Mercouri.
Cette dernière a entamé une carrière politique après avoir quitté le grand écran, entrant au Parlement en 1974 et devenant ministre de la Culture en 1981. AP
mgh/v679
Il avait conservé «la curiosité et l'enthousiasme d'un jeune homme», affirmait ceux qui l'avaient rencontré récemment. Pourtant, sa santé souffrait le nombre des années. À 96 ans, le réalisateur américain ne quittait plus son appartement athénien de la rue Melina-Mercouri, du nom de son épouse, l'actrice grecque avec laquelle il forma l'un des couples mythiques du cinéma. Il l'avait mise en scène dans huit films, dont Jamais le dimanche (1960) ou encore Topkapi (1964), et épousée en 1966. Deux enfants étaient nés de cette union, Joe Dassin, le chanteur français populaire décédé en 1980 et l'actrice Julie Dassin.
Fils d'une famille d'immigrants russes, il naît le 18 décembre 1911 à Middletown (Connecticut), et grandit à Harlem, avec ses sept frères et sœurs. C'est par la mise en scène théâtrale, dont il est très tôt passionné, qu'il vient au cinéma.
Le «gamin», réaliste et sans complaisance semble promis à une brillante carrière à Hollywood. Mais c'est sans compter les années noires outre-Atlantique : la chasse aux communistes dans les studios de cinéma américains va durer de 1947 et 1960.
Jules Dassin quitte les États-Unis pour l'Angleterre au climat plus clément. C'est là qu'il tourne Les Forbans de la nuit (1950), dans les bas-fonds de Londres. Malheureusement, le maccarthysme traverse l'Atlantique. Le réalisateur s'exile une nouvelle fois, en direction de la France. Là, il tourne Du rififi chez les hommes, étonnante plongée dans le Paris nocturne, et qui fut récompensé du grand prix de la réalisation au Festival de Cannes en 1955.
Jules Dassin a succombé lundi à «une grippe» dans une clinique privée d'Athènes où il était soigné pour une fracture de la hanche.